Αδελφοί Μανάκια

Αδελφοί Μανάκια

Η οικογένεια Μανάκια, ελληνοβλαχικής καταγωγής, θεωρείται από τις παλιότερες του βλαχόφωνου χωριού, Αβδέλλα του Νομού Γρεβενών.

Οικογένεια κτηνοτροφική και εμπορική με ιστορία καταγραμμένη μέχρι και τις αρχές του 19ου αι.

 Τα δύο αδέλφια, Γιάννης και Μίλτος Μανάκια, τα μοναδικά αγόρια της οικογένειας (τα υπόλοιπα παιδιά ήταν κορίτσια) αποτελούν ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας του χωριού αυτού, της Ελλάδας γενικότερα αλλά και ευρύτερα των Βαλκανίων. Το έργο τους υπήρξε πρωτοποριακό και καινοτόμο ως προς τη σύλληψη και εκτέλεσή του για την εποχή τους, ανεκτίμητης αξίας και ιδιαίτερα σημαντικό για τις μετέπειτα επιστημονικές ιστορικές έρευνες.

Παρόλ’ αυτά, είναι ακόμα άγνωστοι στο ευρύ κοινό.

Υπήρξαν πρόδρομοι της φωτογραφίας και του κινηματογράφου και ταυτόχρονα χρονικογράφοι, με δραστηριότητα περίπου 66 χρόνων. Διατρέχοντας την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και των Βαλκανίων στις αρχές του 20ού αι., κατέγραψαν με τις φωτογραφικές και κινηματογραφικές μηχανές τους την αναμφισβήτητα ενδιαφέρουσα «ιστορία» του τόπου και τις συνθήκες που χάθηκαν, και που μέχρι πρόσφατα ήταν άγνωστες στο σύγχρονο Έλληνα ερευνητή, ιστορικό και εθνολόγο.
Στάθηκαν με το φακό τους αδιάψευστοι μάρτυρες πολύ σημαντικών γεγονότων, όπως ήταν η
επανάσταση των Νεότουρκων, η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι Βαλκανικοί και οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι, η δολοφονία του μητροπολίτη Αιμιλιανού, η επίσκεψη του Σουλτάνου στη Θεσ/νίκη, η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μοναστηρίου – Θεσσαλονίκης κ.ά.

Δυστυχώς, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και τα παραλειπόμενά του, υπήρξαν καθοριστικά για τη
συνέχιση της επαγγελματικής τους πορείας.

Ο κινηματογράφος «Cine Manaki» στα Μπίτολα - Μοναστήρι της Βόρειας Μακεδονίας. Λίγο πριν από τον τελευταίο πόλεμο κάηκε ολοσχερώς.

 Ο Γιάννης Μανάκιας γεννήθηκε στις 18/5/1878. Τελειώνοντας το δημοτικό σχολείο, γράφτηκε στο γυμνάσιο του Μοναστηρίου (Μπίτολα, ΠΓΔΜ) το έτος 1890-91, αγαπώντας από τότε αυτή την πόλη που κατοικούνταν κυρίως από βλαχόφωνους Έλληνες.

Έλαβε το απολυτήριο του Λυκείου από εκεί με άριστα.

Στη συνέχεια εργάσθηκε ως δάσκαλος στο Ιμέρ, στο Τσιέρνες και στα Γιάννενα, όπου παρέδιδε μαθήματα ζωγραφικής και παράλληλα άνοιξε δικό του φωτογραφικό εργαστήριο, προσλαμβάνοντας και βοηθούς, για το οποίο ταλαιπωρήθηκε πολύ από τους Τούρκους.

 Διωκόμενος από τα Γιάννενα, μετέφερε το εργαστήριό του το 1906 στο Μοναστήρι, όπου μαζί με τον αδελφό του, Μίλτο αγόρασαν μάλιστα οικόπεδο για να χτιστεί το ατελιέ τους.
Η πόλη αυτή ήταν ένα εμπορικό και πνευματικό κέντρο της εποχής, με κατοίκους μουσουλμάνους, χριστιανούς (οι περισσότεροι βλαχόφωνοι) και λίγους εβραίους, έδρα Τούρκου Πασά, πρωτεύουσα βιλαετίου, έδρα του Έλληνα Μητροπολίτη Πελαγονίας, με 11 ελληνικά σχολεία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Εκεί παραδίδει καλλιγραφία και ζωγραφική στο Γυμνάσιο, παράλληλα με τις φωτογραφικές του δραστηριότητες

30 Μαρτίου 1919. Κάρτα του Γιαννάκη Μανάκια προς την αδελφή του Βασιλική και τον γαμπρό του Ι. Πολυαραίο. Στην πίσω όψη γράφει:

“Κιον Βασιλικέα και Νάκον Πολιαρέον εις Δαμασούλι.”

¨”Ευρανθίτε ότι ο θεός με εχάρισε την ζωή ν μου, πολύ τυχερός καϊεγλίτοσα δίχος σακατλήκι όταν ανταμωθούμε θα τα πούμε. Ο αδελφός Γιαννάκης 30.3.1919 Ετι πολά το Μ. Πάσχα και το Χριστός Ανέστη. Ο θεός να μας ανταμόση με το καλόν. Τα δέοντα τον θείον μας Τόλη και άλλους τους συγγενείς, τον Ζ’ισι και Στέργιο ν. Σας είναι ακόμη αυτού. Τον Αχίλλη στα Γρεβενά την Αγία Τριάδα εις την Αβδέλλα Ελάβαμε και άλλην κάρταν την έχω εγώ είμεθα καλά όλοι Γεωργούλας”.

Το διάστημα 1916-1919 ο Γιαννάκης Μανάκιας ήταν εξόριστος στη Φιλιππούπολη, γιατί μέσα στο φωτογραφείο τους είχαν βρεθεί όπλα και πυρομαχικά και γι’ αυτό είχε κατηγορηθεί ως κατάσκοπος από τους Βούλγαρους.

Στο βουλγαρικό Πλόβντιφ λειτούργησε εκείνο το χρονικό διάστημα φωτογραφείο των Μανάκια.
Ο Γιαννάκης φωτογράφησε μάλιστa τότε εκεί και το βασιλιά Φερδινάρδο. Ο Γιαννάκης
παντρεύτηκε το 1922 και το 1924 απέκτησε ένα γιο.
Δυστυχώς το 1926 πέθανε σε ηλικία μόλις 29 ετών η γυναίκα του, Αναστασία. Μετά την
καταστροφή δικής του κινηματογραφικής αίθουσας στο Μοναστήρι από πυρκαγιά το 1939,
επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε στη Ρουμάνικη Εμπορική Σχολή και εργαζόταν ως
φωτογράφος στην παραλία.
Μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε γλυκιά φυσιογνωμία, έξυπνος αλλά μοναχικός, με
καλλιτεχνικές αγωνίες και θρήσκος.
Ο Γιάννης Μανάκιας πέθανε σε ηλικία 76 ετών στη Θεσ/νίκη στις 19/5/1954, συντετριμμένος μετά και από το θάνατο του γιου του Δημήτριου σε ηλικία 22 ετών. Στο τέλος της ζωής του ήταν έρημος και πάμπτωχος.

Ο Μίλτος Μανάκιας γεννήθηκε στην Αβδέλλα το 1881 ή στις 9/9/1882 και επειδή δεν κατάφερε
να τελειώσει το γυμνάσιο στα Γιάννενα εργάσθηκε από το 1898 στο φωτογραφικό εργαστήριο του
αδελφού του, Γιάννη, εκεί.
Από το 1933 ως την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, διαχειριζόταν το εργαστήριο αυτό μόνος
του.
Πολύ σύντομα αναδείχτηκε σε σπουδαίο δεξιοτέχνη της φωτογραφικής τέχνης, αφήνοντας
«ιστορία» στο χώρο της φωτογραφίας και του κινηματογράφου. Στο εργαστήριο πειραματιζόταν
πολλές ώρες στη φωτογράφηση και εμφάνιση των φιλμ.

 Ήταν τίμιος, πολύ εργατικός, έμπιστος και ανοιχτόκαρδος, σε αντίθεση με τον αδελφό του
Γιαννάκη, έπασχε όμως από χρόνιο διαβήτη που τον τυραννούσε

Η γνώση 8 γλωσσών είναι μία ακόμη απόδειξη της μεγάλης προσωπικότητάς του. Δραστήριος κοινωνικά, υπήρξε μέλος του Ερυθρού Σταυρού, της Γιουγκοσλαβικής Ένωσης, της Κυνηγετικής Ομάδας και της Αερολέσχης, της Ένωσης Συνδικάτων και του Γαλλοσερβικού Συνδέσμου κ.ά.
Παντρεύτηκε μεγάλος το 1936 και δεν απέκτησε παιδιά, υιοθέτησε όμως έναν ανεψιό του από τη Λάρισα, τον Λεωνίδα Δαούκα, ο οποίος μεγάλωσε και ζει στη Γιουγκοσλαβία.
Ο
Μίλτος Μανάκιας ευτύχησε να δει και το πρόσωπό του σε γραμματόσημο που εκδόθηκε προς τιμήν του. Για τους Γιουγκοσλάβους δε, υπήρξε εθνικός κινηματογραφιστής και
παρασημοφορήθηκε από τον στρατάρχη Τίτο.
Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταξινομώντας τις χιλιάδες φωτογραφιών και τις δεκάδες ταινιών που δημιούργησαν τα δύο αδέλφια.
Ο
Μίλτος Μανάκιας ως το τέλος της ζωής του λαχταρούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα, δεν τα κατάφερε όμως.
Συνέχισε να δουλεύει στο φωτογραφείο μέχρι τα 78 του.
Πέθανε στα Μοναστήρι στις 5/3/1964 σε ηλικία 82 ετών, όπου και θάφτηκε με τιμές που του απέδωσε το γιουγκοσλαβικό καθεστώς του Τίτο, τον οποίο είχε φωτογραφήσει ο ίδιος.

Γεώργιος Πολυαραίος
Ο Γιαννάκης Μανάκιας και ο ανιψιός του Γεώργιος Πολυαραίος

 Τα δύο αδέλφια πέθαναν χωρίς να συναντηθούν καθόλου μετά τον πόλεμο!

Για τους ανθρώπους αυτούς δεν μπορούσαν οι πόλεις που συνδέθηκαν μαζί τους, να μην τους θυμηθούν και να τους τιμήσουν.
Η πόλη των Γρεβενών, τιμώντας τους δύο αυτούς πρωτοπόρους των Βαλκανίων, έδωσε το όνομά τους στο Δημοτικό Κινηματογράφο (Σινέ Μανάκια).

Στην πατρίδα τους, την Αβδέλλα Γρεβενών, διοργανώνονται κάθε χρόνο από την Κοινότητα και τον Πολιτιστικό Σύλλογο του χωριού 10ήμερες εκδηλώσεις προς τιμήν τους.

Ξεκινούν από τις αρχές Αυγούστου με πάρα πολλές δράσεις και συνεχίζονται με ομιλίες, έκθεση φωτογραφίας και χορό στην πλατεία .

 Φωτογραφίες

Στην Έκθεση του Βουκουρεστίου το 1906 οι αδελφοί Μανάκια κέρδισαν το χρυσό
μετάλλιο για την καθαρότητα των φιλμς, τα οποία συχνά εμφάνιζαν στο Παρίσι, τη λήψη και τον πλούτο των θεμάτων τους.
Στις χιλιάδες των φωτογραφιών τους όλα τα χρόνια της δραστηριότητάς τους (πάνω από 12.000 φωτογραφίες) αποτύπωσαν την καθημερινή ζωή, σημαντικά γεγονότα, επίσημες εκδηλώσεις και τόσα άλλα θέματα σε 125 συνολικά κατοικημένους τόπους-μέρη.
Στο έργο τους διακρίνεται καθαρά μία επιθυμία διάσωσης της παράδοσης, των ηθών και των
εθίμων της Ελλάδας, μιας πλευράς της τότε κοινωνίας που δεν ήταν καθόλου εμπορικά
εκμεταλλεύσιμη ως θέμα φωτογραφίας.
Στις φωτογραφίες τους πρέπει να εκτιμηθεί εξίσου η ιστορική με την καλλιτεχνική τους αξία.
Χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές επιτηδεύσεις, θεωρούσαν πως το θέμα είναι πάντα αυτό με τη
μεγαλύτερη βαρύτητα.
Σε γενικές γραμμές, το περιεχόμενο των φωτογραφιών τους αποτελείται οικογενειακά πορτρέτα δικά τους ή άλλων οικογενειών, θρησκευτικά μυστήρια ή εορτές (γάμοι κυρίως βλάχικοι, βαπτίσεις, κηδείες-ταφές, λειτουργίες), απεικονίσεις διαφόρων επαγγελμάτων και των σχετικών μ’ αυτά ενδυμασιών και οικονομικών συνθηκών, πορτρέτα επωνύμων (πολιτικών, στρατιωτικών, βασιλιάδων, πρωθυπουργών, υπουργών, μπέηδων, καλλιτεχνών κ.ά.), καθώς και φωτογραφίες υπαίθρου, εκδηλώσεων (π.χ. πανηγυριών) και κατοικημένων περιοχών.

Ο τρανός χορός (Κόρλου Μάρι) την 2η μέρα του 15Αυγουστου στην τοποθεσία "Μπουμπάνια" στην Αβδέλλα Γρεβενών το 1903

 Σύμφωνα με μία πρώτη καταγραφή των μηχανημάτων τους κατά την Κατοχή (17/8/1941), οι Μανάκια κατείχαν μία κινηματογραφική μηχανή «Bioscope 300» και 4 φωτογραφικές μηχανές «Ζέιζ» και «Κόντακ».
Το εργαστήριό τους είχε απευθείας εμπορικές σχέσεις και συναλλαγές με προμηθευτές στο
εξωτερικό (Δρέσδη, Βελιγράδι, Ζάγκρεμπ) για παραγγελίες αναγκαίου υλικού για τη δουλειά τους.
Είχαν καταφέρει δε, να αποκτήσουν πελατεία σ’ όλη την Ήπειρο και τα Προξενεία της, στην Θεσσαλία και την Μακεδονία.
Ως φωτογράφοι οι αδελφοί Μανάκια συνεργάστηκαν επίσης με πολλά ινστιτούτα και με ιδρύματα με αρχεία.
Ως φωτορεπόρτερ της εποχής, συνεργάστηκαν με τις εφημερίδες και περιοδικά της
Γιουγκοσλαβίας, «Βίντοβλαν», «Φωτεινή Λίστα», «Εβδομάδα», «Ημερολόγιο της Λουμπλιάνας»,
«Νέα Μακεδονία» κ.ά.

Λιάνα, κόρη του Μητρούση Μπουσμπούκη, Αβδελλιώτισσα με καταγωγή από την  Κλεισούρα.

Σύζυγος του Γιαννούλη Μανάκια και γιαγιά των αδελφών Μανάκια.

Πέθανε θαλερή, σε βαθύ γήρας, 112 ή 120 χρόνων. Είναι το βασικό πρόσωπο, η γιαγιά που γνέθει στην ανέμη, μαζί με άλλα συγγενικά πρόσωπα στην ταινία των Μανάκια «Υφάντρες».

Γυρισμένη το 1905 έξω από το σπίτι τους στην Αβδέλλα, είναι η πρώτη ταινία που γυρίζεται στα Βαλκάνια.

 Κινηματογράφος

Η κινηματογραφική δραστηριότητά των Γιάννη και Μίλτου Μανάκια
αποτυπώθηκε σε 67 ταινίες μικρής διάρκειας και συνολικού μήκους 1.500 μ., μεγάλου εθνολογικού και εθνογραφικού ενδιαφέροντος.
Η επαφή τους με τον κινηματογράφο έγινε για πρώτη φορά το 1905 στο Βουκουρέστι.
Ο Γιάννης επηρεάστηκε τότε τόσο πολύ, που αγόρασε στο Λονδίνο τη μηχανή λήψεως Bioscope 300 από τον ανταγωνιστή του Έντισον, Τσαρλς Ούρμπαν.

Εφευρέτες της κινηματογραφικής τέχνης ήταν δύο άλλα αδέλφια, οι Γάλλοι Λιμιέρ (Lumiere, Λουί 1864-1948 και Ογκίστ 1862-1954).
Όταν ο Γιάννης μαζί με τον Μίλτο επέστρεψαν στην Αβδέλλα, γύρισαν εκεί το Μάη του 1905 την πρώτη τους ταινία, με τίτλο «Υφάντρες» και με πρωταγωνίστρια την ηλικίας …116 ετών γιαγιά τους, στην αυλή του σπιτιού τους στην Αβδέλλα.

Γεννιέται τότε ο κινηματογράφος των Βαλκανίων !!

  • Κατόπιν ακολούθησε μία ταινία τους με σκηνές από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1906 στην Αθήνα.
  • Το 1907 γύρισαν σε ταινία μία διδασκαλία μαθημάτων στην αυλή του σχολείου της γενέτειράς τους, Αβδέλλας.
  • Το 1911 κινηματογράφησαν ένα μοναδικό ντοκουμέντο, την επίσκεψη του προτελευταίου
    σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Μεχμέτ Ρεσάτ ο Ε΄ στη Θεσσαλονίκη και το
    Μοναστήρι.
  • Το 1912 απαθανατίσανε σε ταινία την είσοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου στην Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι.

Η ύπαρξη της ταινίας αυτής μαρτυρείται από πολλές πηγές, δεν είναι όμως γνωστή.
Κατά μία άποψη έργο δικό τους είναι κι ένα άλλο σπάνιο ντοκουμέντο, διάρκειας περίπου 11
λεπτών, με την πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917. Το ντοκουμέντο αυτό αποτελεί και ένα από τα σπουδαιότερα αποκτήματα της Ταινιοθήκης της Ελλάδος.
Έκτοτε με την κινηματογραφική τους μηχανή αποτύπωσαν σε φιλμ δρώμενα της καθημερινής
ζωής, εκδηλώσεις κοινωνικές και θρησκευτικές, ήθη και έθιμα, μετακινήσεις κτηνοτρόφων,
«επίκαιρα» και σημαντικά γεγονότα όπως η επανάσταση των Νεότουρκων, επίσημες εκδηλώσεις και επισκέψεις κ.ά.

 Οι σύντομες ταινίες τους διακρίνονταν για τη διαύγεια της εικόνας και για τον τρόπο παρουσίασης των θεμάτων τους.
Αναφέρεται επίσης μία συνεργασία τους ως κινηματογραφιστές με την «Βάρνταρ Φιλμ».
Σταμάτησαν να γυρίζουν ταινίες το 1927, όταν πλέον οι κινηματογραφιστές είχαν πληθύνει,
συνέχισαν όμως να προβάλλουν ταινίες, περιοδεύοντας σε χωριά.
Οι Γιάννης και Μίλτος Μανάκια υπήρξαν επίσης οι πρώτοι ιδρυτές κινηματογραφικής αίθουσας στο Μοναστήρι, με το όνομά τους «Σινέ Μανάκια», σε οικόπεδο που αγόρασαν οι ίδιοι αρχικά για θερινό χώρο (εγκαινιάστηκε το 1921) και αργότερα για κλειστή αίθουσα.

Δυστυχώς, η κινηματογραφική αυτή αίθουσα κάηκε το 1939 κατά τη διάρκεια μιας προβολής, “γονατίζοντας” έκτοτε οικονομικά τα δύο αδέλφια.

 Το Αρχείο των Μανάκια
Το αρχείο των Αδελφών Μανάκια αποτελείται από περισσότερες από 12.000 φωτογραφίες
τραβηγμένες σε 125 διαφορετικά μέρη, καθώς και από 67 κινηματογραφικές ταινίες μικρού μήκους (μεταξύ των οποίων και 3 ακόμη ανεμφάνιστες).
Το αρχείο αυτό πουλήθηκε σε 2 τμήματα το διάστημα 1955-1964.
Στο «Αρχείο της Μακεδονίας», ένα ίδρυμα της Δημοκρατίας των Σκοπίων και στο Ιστορικό Αρχείο της Μπίτολα (Μοναστηρίου).
Περιλαμβάνει επίσης καρτ – ποστάλ, την οικογενειακή αλληλογραφία τους, καθώς και πλήθος γραπτών ντοκουμέντων.
Κάποια αντίγραφα βρίσκονται επίσης στην ταινιοθήκη του Βελιγραδίου (ανεμφάνιστα!), στο Βουκουρέστι και τη Σόφια.

 Οι Αδελφοί Μανάκια στην 7η Τέχνη
“Το βλέμμα του Οδυσσέα” του Θόδωρου Αγγελόπουλου
Η ταινία αυτή του Θόδωρου Αγγελόπουλου έχει ως θέμα της την αναζήτηση από ένα σκηνοθέτη ενός χαμένου κινηματογραφικού υλικού, που γυρίστηκε από τους πρωτοπόρους της φωτογραφικής και κινηματογραφικής τέχνης στα Βαλκάνια, αδελφούς Μανάκια στις αρχές του 20ού αι. και δυστυχώς δεν τυπώθηκε ποτέ.
Ο ήρωας (σκηνοθέτης) περιπλανιέται σε Ελλάδα, Αλβανία, Βουλγαρία, Ρουμανία και Πρώην
Γιουγκοσλαβία για να βρει αυτό το υλικό, που αντιπροσωπεύει την αναζήτηση της ιστορίας των Βαλκανίων, της ιστορίας του κινηματογράφου της ιστορίας του «βλέμματος» του ανθρώπου του αιώνα μας πάνω στα γεγονότα, που δεν πρέπει με τίποτα να χαθεί.
Ο κινηματογραφιστής Οδυσσέας αναζητά παράλληλα τις δικές του «ρίζες» μέσα από τα ταξίδια του σε πολλούς τόπους και πατρίδες.
Σημαντικό στοιχείο της ταινίας του Αγγελόπουλου είναι ότι ξεκινά με την προβολή της πρώτης ταινίας των Αφών Μανάκια με τον τίτλο «Υφάντρες» (1905).

Share

Written by:

259 Posts

Λαογράφος - Ερευνητής
View All Posts
Follow Me :

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *