Αρματολός των Γρεβενών, ο θρυλικός επαναστάτης, η δράση του αρχίζει το 1826 και τελειώνει με το θάνατό του 1881 Η ζωή και η δράση του ενέπνευσε τη Γρεβενιώτικη Δημοτική Μούσα
Το φθινόπωρο του 1826, σκοτώνεται ο αδελφός του Γιαννούλας Ζιάκας με 30 παλικάρια του στο Μαυρονόρος Γρεβενών με ενέδρα σχεδιασμένη από τον Κιουταχή, μετά από προδοσία. Ο Θεόδωρος καταφέρνει να γλυτώσει και αναλαμβάνει το αρματολίκι των Γρεβενών.
Το 1827 συμμετέχει στη σύσκεψη του Ολύμπου με τον Διαμαντή Νικολάου οπλαρχηγό του Ολύμπου και τον Λάμπρο Μάνταλο γιο του αρματολού των Χασίων Νάσου Μάνταλου και κουνιάδου του, για την προετοιμασία της εξέγερσης Ολύμπου, Χασίων και Πίνδου.
Το 1828, παίρνει την εκδίκηση του και τιμωρεί τους προδότες.
Στην Κρανιά, μέσ’ το γιοφύρι, βγήκαν οι Σκυλομακραίοι…. πήραν άσπρα, πήραν γρόσια,πήραν και μια Βλαχοπούλα, που ήταν άσπρη σαν το χιόνι…Ξάπλωσαν εκεί τα γρόσια, κι’ άρχισαν να τα μοιράζουν. Να κι ο Θόδωρος ο Ζιάκας, μπαταριά τους ρίχνει απάνου, δεκαπέντε λαβωμένοι, κι’ οι Μακραίοι σκοτωμένοι..
Το 1831 στρατολογεί παλικάρια στον Ασπροπόταμο και στην Άρτα μαζί με τον Λάμπρο Μάνταλο.
Εσείς πουλιά πετούμενα, που πάτε στον αέρα, αυτού που πάτε κι έρχεστε, που πάτε και γυρνάτε μην είδατε τον Θόδωρο, τον Θόδωρο το Ζιάκα;-Εψές, προψές τον είδαμε στης Άρτας το γεφύρι, παλικαράκια μάζευε, παιδιά των εικοσιένα. Στα Γρεβενά Ζιάκας ξημέρωσε, ψηλά στο Μέγα Σπήλαιο. Βαστά, καημένε Θόδωρε, βαστά γερά τους Τούρκους.
Την Άνοιξη του 1854, είναι ένας από τους οπλαρχηγούς της καθολικής εξέγερσης της Θεσσαλίας, του Ολύμπου, των Χασίων και της Πίνδου.
Εισέρχεται στη Θεσσαλία με ελάχιστα παλικάρια και νικηφόρα φτάνει στα Χάσια στις 10 Μαΐου 1854, όπου αρχίζει την στρατολόγηση, όταν πληροφορείται στις 14 Μαΐου 1854ότι ο Μαχμέτ Άγος με 350 Τουρκομάνους ιππείς και ο Μουδίρης Βεντζίων, Οσμάν Αγάς, με σώμα 500 ατάκτων Αλβανών, επέπεσαν πάνω στους κτηνοτρόφους Βλάχους, στη Φυλλουριά Χασίων, κοντά Δημινίτσα, που ανέβαιναν 2000 γυναικόπαιδα και με 6000 γιδοπρόβατα στα Βλαχοχώρια.
Σκότωσαν 80 κτηνοτρόφους και το γέρο καπετάνιο Ζήσης Χατζημάτης, τραυμάτισαν 150, και πήραν, ως αιχμάλωτες, κάποιες βλαχοπούλες . Ο Ζιάκας, άμεσα, με τα παλικάρια του επιτέθηκε και τους σκόρπισε και από τους 350 τουρκομάνους ιππείς μόνο οι 100 έφτασαν στα Γρεβενά. Ελευθέρωσε τις Βλαχοπούλες και τα κλοπιμαία τα επέστρεψε στους κατόχους τους.
Είναι η περίφημη μάχη της Φυλλουριάς.
Από τη Φυλλουριά κυνήγησε τους εναπομείναντες Τουρκομάνους και Τουρκαλβανούς μέχρι τα Γρεβενά. Οι Τούρκοι τρομοκρατούνται στα Γρεβενά και ο Ζιάκας οχυρώνεται στο φυσικό οχυρό του Όρλιακα στο Σπήλαιο.
Εκεί κυκλώνεται από τις δυνάμεις του τακτικού στρατού του Αβδή Πασά και τους άτακτους του μουδίρη Γρεβενών του Μεχμέτ Άγος. Ο φόβος των αντιποίνων συγκεντρώνει τα γυναικόπαιδα της περιοχής στο Σπήλαιο. Στις μάχες που ακολουθούν 28,29,30 Μαΐου, οι επαναστάτες είχαν ολιγοστές απώλειες ενώ οι Τούρκοι είχαν 600 νεκρούς και 50 τραυματίες. Στις 10 Ιουνίου φτάνουν στο πεδίο της μάχης για την ενίσχυση των πολιορκητών ο Οσμάν πασάς της Άρτας μ΄ ένα σύνταγμα τακτικού στρατού, ο Τσέλιο Πίτσαρι και ο Καλέμαγας με 800 άτακτους Αλβανούς.
Οι επαναστάτες αντέχουν και όταν τελειώνουν τα πολεμοφόδια τους κυλούν βαρέλια με πέτρες από τις επικλινείς παρειές του Όρλιακα.Η κατάσταση που διαμορφώθηκε ήταν αδιέξοδη και μάταιη και ως εκ τούτου αποδέχθηκαν την πρόταση των προξένων της Αγγλίας και Γαλλίας να καταθέσουν τα όπλα και να υποχωρήσουν προς την Ελεύθερη Ελλάδαμε εγγυήσεις.
Ο Ζιάκας απαίτησε να εγγυηθούν και την αποχώρηση και των γυναικόπαιδων. Έτσι οι επαναστάτες μαζί με 1000 γυναικόπαιδα που τους ακολούθησαν εξήλθαν από το Σπήλαιο και διασχίζοντες την Τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία έφτασαν στη Ελεύθερη Ελλάδα στην περιοχή της Αταλάντης.
Μάχη του Σπηλαίου (1854)
Εσείς βουνά των Γρεβενών και πεύκα του Μετσόβουλίγο για χαμηλώσετε, για δυό ντουφέκια τόπο,να ιδούμε το Ζιακόπουλο πως πολεμάει τους Τούρκους.– Βάστα, καημένε Θόδωρε, βαστάξου στο ντουφέκι,μη σε φοβίζουν τίποτα τ’ Αβδή πασά τα τόπια*.– Πώς να βαστάξω, μπρε παιδιά, και πώς να πολεμήσω; μπαρούτι δεν έχω σπυρί, δε μούμεινε ένα βόλι,και χίλια γυναικόπαιδα κρεμιούνται στο λαιμό μου.– Άειστε, παιδιά μ’, ας φύγουμε, στην Καλαμπάκα ας πάμε,να βρούμε τους συντρόφους μας κι αυτόν τον Χατζηπέτρο*.– Ζιάκα μου, και πως τόπαθες, Ζιάκα μου, πως εστάθη;Πώς άφησες τις εκκλησιές και αυτό το μοναστήρι;– Κάλλιο ν’ αφήσω τις εκκλησιές κι αυτό το μοναστήρι,παρά ν’ αφήσω στη σκλαβιά χίλια γυναικόπαιδια. Εκεί το λέν Αρβανιτιά, το λένε Αρβανίτες,και για να κάμουν πλιάτσικο* και για να πάρουν σκλάβουςδε συλλογιούνται σκοτωμό, ζωή δε συλλογιούνται.
Από τις πρώτες ημέρες του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1877, οι περιοχές του Ολύμπου των Χασίων και της Πίνδου ξεσηκώνονται. Η Κυβέρνηση κάτω από την πίεση των συμμάχων κρατάει παθητική στάση.Ο Θεόδωρος Ζιάκας, αν και 73 χρονών, το Μάρτιο του 1878 εισέρχεται στη Θεσσαλία με στρατολογημένους Γρεβενιώτες και Μακεδόνες που ζούνε στη Νέα Πέλλα. Στις 5,6 Μαρτίου δίνει νικηφόρα μάχη στο Μουζάκι.
Στις 11 Μαρτίου η εφημερίδα Εύοια έγραφε “Ο Γερο Ζιάκας ανυπομόνως αναμένει την στιγμήν καθ΄ήν θα δυνηθή να διαβή προς τα Χάσια, άτινα βεβαίως θέλουσιυποδεχθή τον γέροντα γενναίον άμα και τίμιοναγωνιστή με ανοικτάςαγκάλαις“
Το όλο επαναστατικό εγχείρημα δεν ευόδωσε γιατί δεν έτυχε της στήριξης της Ελληνικής Κυβέρνησης και έτσι ο Ζιάκας υποχώρησε στην Ελεύθερη Ελλάδα. Στις 19 Ιανουαρίου του 1881 απεβίωσε στη Λαμία χωρίς να δει την ιδιαίτερη πατρίδα του ελεύθερη.
Ζαγκανίκας Σίμος
Πηγές, (Σελίδες Ιστορίας των Γρεβενών του Απόστολου Παπαδημητρίου)
Η περίφημη μάχη της Φυλλουριάς
Καθώς οι επαναστατικές κινήσεις φαίνεται να εκδηλώθηκαν μέσα στην άνοιξη του 1854, τα φαλκάρια από τα διάφορα ημινομαδικά βλαχοχώρια κατά μήκος της Βόρειας Πίνδου βρίσκονταν ακόμη στα θεσσαλικά χειμαδιά. Μέσα στην επαναστατική αναταραχή, στις 20 Μαΐου του 1854, ένας μεγάλος αριθμός φαλκαριών είχε συγκεντρωθεί στην περιοχή της Φυλλουριάς, κοντά στο χωριό Καρπερό της Δεσκάτης Γρεβενών, κατευθυνόμενα προς τα ορεινά χωριά τους. Ανάμεσά τους βρίσκονταν φαλκάρια από την Σαμαρίνα, το Περιβόλι, την Αβδέλλα, τη Σμίξη, τη Φούρκα, τη Γράμμουστα και την Αετομηλίτσα.
Τα βλάχικα φαλκάρια με τις οικογένειες, το βιός τους και τα πολυάριθμα κοπάδια τους κατασκήνωσαν στη Φυλλουριά, χωρίς να γνωρίζουν ποιες ήταν οι εξελίξεις και φοβούμενα να μετακινηθούν μέσα στην έκρυθμη κατάσταση. Οι Τούρκοι με αρχηγό τον Μεχμέτ Αγά των Γρεβενών και με στρατεύματα αποτελούμενα κυρίως από Τούρκους στρατιώτες από την Ανατολία βρήκαν τους Βλάχους στις κατασκηνώσεις τους. Αντιμετωπίζοντάς τους ως επαναστάτες, όπως πολλοί από αυτούς ήταν, προσπάθησαν εκβιαστικά να τους αποσπάσουν μεγάλα χρηματικά ποσά. Η επίθεση εναντίον των συγκεντρωμένων φαλκαριών των Βλάχων φαίνεται πως έγινε σε αντιδιαστολή με την ταυτόχρονη δράση του Θ. Ζιάκα.
Στην ονομαστή μάχη της Φυλλουριάς, που δόθηκε τότε εκεί, και παρόλη την αντίσταση που πρόβαλαν, τα φαλκάρια των Βλάχων γνώρισαν μεγάλη καταστροφή. Η καταστροφή ήταν τόσο μεγάλη, ώστε η παροιμιώδης έκφραση «έγινε της Φυλλουριάς» έφτασε να είναι ταυτόσημη της μεγάλης αναστάτωσης και καταστροφής.
Μετά τη μάχη της Φυλλουριάς τα αποδεκατισμένα φαλκάρια των Βλάχων σκόρπισαν για να σωθούν. Κάποιοι μπόρεσαν τελικά να φτάσουν στα χωριά τους, ενώ άλλοι σκόρπισαν παίρνοντας διάφορες κατευθύνσεις. Πολλοί από τους Περιβολιώτες (φαλκάρια Έξαρχου, Μακρή) επέστρεψαν στα χειμαδιά τους στη Θεσσαλία και ανέβηκαν στο χωριό τους μετά το τέλος της επανάστασης. Οι καταστροφές των Αβδελιωτών (φαλκάρι Βασδέκη) ήταν σίγουρα αρκετά σοβαρές και αυτό αμέσως μετά ή και μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια παρατηρούνται νέα κύματα εξόδου (στη Δυτική και Ανατολική Μακεδονία) από το χωριό. Σαρμανιώτες και Αβδελιάτες βρέθηκαν στη Βλάστη, στα Νάματα, στο Σισάνι, στην Κλεισούρα, στη Σιάτιστα, στην Εράτυρα και στο Τσοτύλι.
Επίσης κάποιες μικρές ομάδες Αβδελιωτών κατέφυγαν κοντά σε συγγενείς τους στις νέες ακόμα εγκαταστάσεις του Βερμίου, τις οποίες ενίσχυσαν πληθυσμιακά. Την ίδια εποχή και μέσα στα ίδια γεγονότα 20 περίπου οικογένειες από την Σμίξη, ακολουθώντας τον τσέλιγκα Τσαλέρα, εγκατεστάθηκαν αρχικά στο Ξηρολίβαδο και αργότερα στο Κάτω Βέρμιο.
Τα κύματα των εξόδων μετά τα γεγονότα του 1854, φαίνεται πως ακολούθησαν εκτός από τους Βλάχους και κάποιες μικρές ομάδες Κουπατσιαραίων. Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα σε κάποια από τα χωριά των Κουπατσιαραίων σημειώθηκε ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, κατά το πρότυπο των ημινομαδικών βλαχοχωριών των Γρεβενών. Η δράση του Θ.Ζιάκα, ο οποίος ήταν και ο ίδιος Κουπατσιάρης, θα πρέπει να έφερε σε δύσκολη θέση αρκετές οικογένειες Κουπατσιαραίων, κυρίως νομαδοκτηνοτρόφων, που αναγκάστηκαν να καταφύγουν στις βλάχικες εγκαταστάσεις της Δυτική Μακεδονίας, πάνω στο Ασκιο ή Σινιάτσικο, στη Βλάστη, στα Νάματα, στο Σισάνι και στην Εράτυρα.. Την ίδια περίοδο οικογένειες Κουπατσιαραίων βρέθηκαν στο Βέρμιο και συγκεκριμένα στη θέση Τσαρκόβιανη (σήμερα Μικρή Σάντα).
(Πηγή Οι Μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων τόμος 2, Α. Κουκούδη).