Ζωοπανήγυρη στα Γρεβενά το 1931

Ζωοπανήγυρη στα Γρεβενά το 1931

Η Ζωοπανήγυρη του «Αχίλλη» απαθανατισμένη από τη φωτογράφο του Μεσοπολέμου Έλλη Παπαδημητρίου, η οποία συνέβαλε με έξι διαφωτιστικά καρέ στην εικονογραφική καταγραφή, δίδοντας συγχρόνως ιστοριογραφική υπόσταση σε ένα σημαντικό γεγονός της περιοχής κατά τη περίοδο του Μεσοπολέμου.

Κατά την χρονική εκείνη περίοδο επισκέφθηκε και την πόλη των Γρεβενών, όπου κατέγραψε φωτογραφικά, με μια μηχανή Kodak Νο 2Α για Format 6.5×11 cm τη λειτουργία της ζωοπανήγυρης σε πέντε καρέ, που σήμερα είναι αρχειοθετημένα στο φωτογραφικό τμήμα του Μουσείου Μπενάκη.

Κατά την επίσκεψή της πιθανόν να είχε προβεί και σε άλλες λήψεις που δεν διασώθηκαν, κι έτσι χάθηκαν σημαντικές πληροφορίες από τη φωτογραφική καταγραφή και της εμποροπανήγυρης που λειτουργούσε σε διπλανή κοινοτική έκταση.
Η φωτογράφος καταγράφει στους πίσω λόφους πρόχειρες τέντες, που συνήθως κατασκευάζονταν από γιδομαλλίσια υφαντά, στημένες από τους πωλητές ζώων και τους εκθέτες για την κατασκήνωσή τους.
Στον επίπεδο λόφο δεξιά, κατά την περίοδο του Εμφυλίου και μετέπειτα, κατασκευάστηκαν οι πρώτες κατοικίες της συνοικίας της πόλης «Τσακάλια».

Έλλη Παπαδημητρίου
Η φωτογράφος και ποιήτρια Έλλη Παπαδημητρίου γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1906. Ο πατέρας της υπήρξε υψηλό τραπεζικό στέλεχος και η μητέρα της σημαντική φυσιογνωμία του γυναικείου κινήματος. Η Μικρασιατική καταστροφή και η απώλεια της οικογενειακής κτηματικής περιουσίας, ματαίωσαν τα επαγγελματικά και επιστημονικά της σχέδια. Κατά τη χρονική περίοδο 1922-1930 συμμετείχε ενεργά στην επιτροπή αποκατάστασης προσφύγων, αναπτύσσοντας ιδιαίτερη δραστηριότητα στους αγροτικούς καταυλισμούς.
Το ίδιο χρονικό διάστημα που γνώρισε την ελληνική ύπαιθρο, ανακάλυψε τη φωτογραφία και έκανε τις πρώτες λήψεις με θέματα από την αγροτική Ελλάδα. Γνώριζε την ερευνήτρια και λαογράφο Μέλπω Λογοθέτη-Μερλιέ και τον σύζυγό της Οκτάβιο Μερλιέ, με τους οποίους συνεργάστηκε για τη διάσωση των δημοτικών τραγουδιών και της μουσικής των εκπατρισμένων Μικρασιατών με φωνοληψίες και επιτόπιες αποστολές στους προσφυγικούς καταυλισμούς.

Η Ελλη Παπαδημητρίου φωτογραφίζεται με βοσκούς το 1935 στην Μακεδονία

Εργάστηκε στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών καταγράφοντας προφορικές αφηγήσεις των προσφύγων, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του αρχείου προφορικής παράδοσης. Γνώρισε τον Άγγελο Σικελιανό και την Εύα Πάλμερ-Σικελιανού και φωτογράφισε τις Δελφικές Γιορτές, στις οποίες συμμετείχε με ομάδα Ποντίων χορευτών και ορεσίβιων οργανοπαικτών.
Ως διευθύντρια της «Ανωνύμου Εταιρείας Ελληνικές Τέχνες», συνεργάστηκε με το καλλιτεχνικό δυναμικό της χώρας (Φώτη Κόντογλου, Γιάννη Τσαρούχη, Νίκο Εγγονόπουλος, Διαμαντή Διαμαντόπουλο, Τζούλιο Καΐμη, Κλάους Φρισλάντερ, Δημήτρη Πικιώνη κ.ά.), με στόχο την εμπορική και βιοτεχνική ανάπτυξη των τεχνών που κόμισαν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες.
Από το 1930 περιηγήθηκε στην ελληνική ύπαιθρο και ασχολήθηκε με τη φωτογραφία, στο πλαίσιο μιας βαθύτερης γνωριμίας με τον τόπο, τους ανθρώπους και την ιστορία τους. Επιδίωξε να αναδείξει με τον φακό της τα διαρκέστερα και δομικά χαρακτηριστικά των κοινωνικών ομάδων που απεικόνισε, χωρίς ποτέ να εκτρέπεται σε μια λαογραφίζουσα θεώρηση των θεμάτων της. Αν και ερασιτέχνης, η Παπαδημητρίου συγκαταλέγεται στους σημαντικούς Έλληνες φωτογράφους του Μεσοπολέμου.

Το 1936 η Παπαδημητρίου συνελήφθη από τη Μεταξική ασφάλεια και το 1941 με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα κατέφυγε στη Μέση Ανατολή (Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Ιερουσαλήμ), όπου μαζί με τον Γιώργο Σεφέρη σχετίζεται με τους Άγγλους ποιητές του περιοδικού Personal Landscape. Τότε δημοσίευσε και το ποίημά της «Η Ανατολή» στα αγγλικά και στα ελληνικά.
Υπήρξε ενεργό στέλεχος των ελληνικών αντιφασιστικών δυνάμεων και η ένταξη της στην κομμουνιστική αριστερά την οδήγησε στην εξορία και στη φυλακή.
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα επανασυνδέθηκε με το ζεύγος Μερλιέ, ασχολήθηκε με την προετοιμασία της έκδοσης φωτογραφικών λευκωμάτων και συμμετείχε σε οργανωμένες αποστολές στα ελληνικά νησιά υπό την αιγίδα του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, στο οποίο υπηρετούσε ως διευθυντής ο Οκτάβιος Μερλιέ.
Το παλαιό φωτογραφικό ανέκδοτο υλικό του μεσοπολέμου αλλά και των μεταπολεμικών χρόνων χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση σημαντικών λευκωμάτων: 1977 Έλλη Παπαδημητρίου-Παύλος Βαϊκάλης-Μάρκος Δροσάκης, Παλιές φωτογραφίες, Ήπειρος-Μακεδονία (1977), Έλλη Παπαδημητρίου, Παλιές φωτογραφίες, Νησιά (1978), Έλλη Παπαδημητρίου-Παύλος Βαϊκάλης-Μάρκος Δροσάκης, Παλιές φωτογραφίες, Αθήνα (1979).
Το 1993 πριν τον θάνατό της δώρισε στην Ένωση Σμυρναίων τα τελευταία περιουσιακά της στοιχεία (ακίνητο, βιβλιοθήκη, αρχείο).

Εμποροπανήγυρης-Ζωοπανήγυρης
Ο ρόλος της εμποροπανήγυρης ήταν κυρίως διαμετακομιστικός. Για τον λόγο αυτό οι θέσεις πραγματοποίησής τους καθορίζονταν εκτός των πόλεων σε σταυροδρόμια, σε σημεία δηλαδή διασταύρωσης μεγάλων οδικών αξόνων, που αποτελούσαν σημεία συνάντησης εμπόρων που έρχονταν από διάφορες περιοχές, ακόμη και εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι όσο μεγαλύτερη ήταν η απόσταση από όπου έρχονταν οι έμποροι, τόσο μεγαλύτερη ήταν η σημασία και η εμβέλεια της εμποροπανήγυρης. Η ανάπτυξη των μεγάλων εμποροπανηγύρεων βασιζόταν επίσης στην ύπαρξη ενός δικτύου μικρότερων τοπικών και περιφερειακών πανηγυριών.
Μέσω της εμποροπανήγυρης τα εισαγόμενα εμπορεύματα που κατέφθαναν προωθούνταν σε πόλεις και χωριά της ενδοχώρας και παράλληλα σε αυτές συγκεντρώνονταν τα παραγόμενα προϊόντα, προκειμένου να διοχετευτούν στις αγορές του εξωτερικού.

Η τέλεση εμποροπανηγύρεων επέτρεπε στους εμπόρους να μετακινούνται διαρκώς από το ένα πανηγύρι στο άλλο, προκειμένου να πραγματοποιήσουν τις συναλλαγές τους.
Κατά τη διάρκεια των πανηγυριών τα άτομα διαφορετικών θρησκευτικών αντιλήψεων σταματούσαν να αντιμάχονται, διότι αυτές αποτελούσαν ουδέτερο και ιερό έδαφος.

Οι εμποροπανηγύρεις συνέπιπταν συχνά με κάποια θρησκευτική γιορτή και οι αρχές της περιοχής φρόντιζαν για την ασφάλεια των συμμετεχόντων εμπόρων και των υπολοίπων.
Κατά τον 18ο αιώνα το μεγαλύτερο μέρος των εμπορικών δραστηριοτήτων ελεγχόταν από τους Γάλλους εμπόρους, από τους οποίους οι πλούσιοι Εβραίοι και οι Οθωμανοί αγόραζαν τις συναλλαγματικές τους, η αγορά των οποίων εντάσσονταν στο πλαίσιο της οικονομικής τους δραστηριότητας, διότι διευκόλυνε το εμπόριό τους. Οι Γάλλοι όμως έμποροι παραπονούνταν για απώλειες από τους Εβραίους χρηματιστές, που κερδοσκοπούσαν επιβάλλοντας τους δικούς τους όρους στα επιτόκια δανεισμού.
Παρ’ όλα αυτά, τα πανηγύρια εξυπηρετούσαν και άλλους σκοπούς: Είχαν ως στόχους την ψυχαγωγία, την απόδοση τιμής σε έναν άγιο, καθώς και τη συνεύρεση επισκεπτών, εμπόρων και πραματευτάδων.
Η οργάνωση και διεξαγωγή των εμποροπανηγύρεων βρισκόταν υπό τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας, ενώ οι εβδομαδιαίες αγορές ήταν υπό τον έλεγχο των τοπικών αρχών. Η αλλαγή της ημερομηνίας έναρξης ενός πανηγυριού, που μπορεί να οφειλόταν σε επιδημίες και πολέμους στο εσωτερικό της χώρας, προκαλούσε την αλλαγή της ημερομηνίας και όλων των πανηγυριών που ακολουθούσαν.
Παρά ταύτα το οθωμανικό κράτος επενέβαινε και καθόριζε τον τόπο οργάνωσης και την ημερομηνία των εμποροπανηγύρεων. Στόχος του ήταν να αποφύγει τον ανταγωνισμό, που θα μπορούσε να οδηγήσει στο οριστικό κλείσιμο ορισμένων εμποροπανηγύρεων, διότι αυτή η εξέλιξη θα είχε ως συνέπεια τη μείωση των εσόδων τα οποία προέρχονταν από τους φόρους που συλλέγονταν στις εμποροπανηγύρεις.
Στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας το χωριό Μαυρονόρος, γενέτειρα του οπλαρχηγού Θεοδώρου Ζιάκα, αποτελούσε τοπικό διοικητικό και εμπορικό κέντρο με οθωμανικές αρχές και με αξιόλογη εμποροπανήγυρη, που διεξαγόταν στη θέση Αργαστήρια. Οι κυριότερες ασχολίες των κατοίκων κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν η κτηνοτροφία και η γεωργία.

Η πρώτη αναφορά για εμποροπανήγυρη στο Μαυρονόρος εντοπίζεται σε μια φορολογική απογραφή του 1579, στην οποία ανάμεσα στα παζάρια και πανηγύρια της περιοχής Γρεβενών αναφέρεται και αυτό του Μαυρονόρους, το οποίο απέδιδε φορολογική πρόσοδο ύψους 1.200 άσπρων. Σε αυτό μπορούσε κανείς να βρει κάθε είδους αγαθά: σεντόνια και σιδερικά από τη Γερμανία, όπλα από τη Μπρέσια της Ιταλίας και από το Σκούταρι, βιοτεχνικά προϊόντα από τη Βουλγαρία, κασμήρια και φάρμακα από την Αίγυπτο, μαλλιά και δέρματα βοδιών από τη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία, κερί και λινάρι από την Πελοπόννησο, υφαντά και πολλά δερμάτινα είδη (παλάσκες, ζώνες, δερμάτινα ενδύματα) από την Ήπειρο.

Ο πρόξενος της Γαλλίας στα Γιάννενα François Pouqueville σε έκθεσή του με ημερομηνία 21 Σεπτεμβρίου 1812, ανέφερε ότι το ανθηρό πανηγύρι του παρελθόντος είχε αρχίσει να παρακμάζει και ότι η έναρξή του, που παλαιότερα γινόταν σε μία συγκεκριμένη ημερομηνία, καθυστερούσε ίσως, επειδή ο Αλή πασάς θέλησε εκείνη τη χρονιά να γίνει στις 8 Σεπτεμβρίου είτε αυθαίρετα είτε εξαιτίας της επιδημίας πανώλης, που ήταν σε έξαρση εκείνη την περίοδο, με αποτέλεσμα το πανηγύρι να πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο.

Ο Πουκεβίλ διαπίστωνε ότι αυτές οι αλλαγές ήταν αρκετές για να απομακρύνουν τους εμπόρους από την εμποροπανήγυρη και επεσήμανε ακόμη ένα λόγο παρακμής της εμποροπανήγυρης, τη φιλαργυρία του Αλή Πασά που υποχρέωνε τους εμπόρους στην καταβολή διπλάσιων δασμών και διοδίων με αποτέλεσμα από πολλές περιοχές να σταματήσουν να στέλνουν εμπορεύματα στο Μαυρονόρος.
Με αυτό το σημαντικό τεκμήριο ερμηνεύεται η εικόνα παρακμής του πανηγυριού του Μαυρονόρους, η οποία οδήγησε στην οικονομική υποβάθμιση της περιοχής, που παλαιότερα είχε αναπτυχθεί λόγω της συρροής εμπόρων. Η μεγαλύτερη, ωστόσο, αιτία παρακμής της ετήσιας αυτής αγοράς ήταν η αποτελεσματική προσπάθεια υποβάθμισής της από τον Αλή πασά με απώτερο σκοπό την ενίσχυση της οικονομίας της Ηπείρου.

Μια μαρτυρία του Ευθυμίου Γρηγορίου, ιεροδιδασκάλου από την Καλλονή, μας πληροφορεί ότι το πανηγύρι μεταφέρθηκε στα Γρεβενά έπειτα από επιθυμία του Μεχμέτ Άγου. Λόγω της δυσκολίας κατάργησης της εμποροπανήγυρης του Μαυρονόρους πίεσε τους προεστούς και τον Μητροπολίτη Αγάπιο να ζητήσουν με αναφορά τους στην Υψηλή Πύλη τη μεταφορά της εμποροπανήγυρης στα Γρεβενά.

Πιθανότερο έτος μεταφοράς της, σύμφωνα πάντοτε με τους Άγγλους αρχαιολόγους Wace και Thompson, είναι το 1860, όταν τα Γρεβενά κατέστησαν έδρα επαρχείου. Αρχικό σημείο διεξαγωγής της εμποροπανήγυρης θεωρείται ο χώρος του σημερινού Εθνικού Σταδίου, το οποίο όμως μεταφέρθηκε στη θέση Μεράς πριν από το 1910.
Οι δύο Άγγλοι περιηγητές, που επισκέφθηκαν το πανηγύρι στην περιοχή του Μερά, μας πληροφορούν ότι άρχιζε μετά τη 15η Μαΐου, ότι ονομάστηκε «Αχίλλης» προς τιμήν του πολιούχου Αγίου Αχιλλείου και ότι διαρκούσε τρεις με τέσσερις ημέρες. Αναφέρουν, επίσης, ότι το πλήθος έφτανε σε αρκετές χιλιάδες και ότι οι περισσότεροι ήταν Βλάχοι από κάθε μέρος της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας.

Εκτός από αυτούς συμμετείχαν και Έλληνες, πρωτίστως Χασιώτες, μικρός αριθμός Τούρκων, γύφτοι με παρδαλά κουρέλια και λίγοι Βαλαάδες και Κουπατσαραίοι. Η κυριότερη δουλειά στην εμποροπανήγυρη ήταν η αγοραπωλησία μουλαριών. Σημαντική όμως ήταν και η κίνηση στους πάγκους με αγαθά προς πώληση, όπως ψωμί, κρασί, αρνιά και γλυκά. Σε άλλη άκρη της εμποροπανήγυρης ήταν το σημείο όπου πωλούνταν κοσμήματα, μαχαίρια, μεταξωτά υφάσματα, ρολόγια τσέπης και ξυπνητήρια.
Σε άλλα σημεία υπήρχαν γύφτοι χαλκωματάδες, εκθέτοντας προς πώληση δοχεία νερού και κανάτες κάθε σχήματος και μεγέθους, καθώς και γυναίκες βλάχικης καταγωγής με απλωμένες φορεσιές, βαριά μάλλινα στρωσίδια και βελέντζες που κατασκεύαζαν οι ίδιες και τα αγόραζαν ως επί το πλείστον οι κάτοικοι της περιοχής των Χασίων.
Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929, που δεν άργησε να γίνει αισθητή σε όλη τη χώρα, οι ανταποκρίσεις των δημοσιογράφων μεταφέρουν μέσα από τα φύλλα των εφημερίδων το άσχημο οικονομικό κλίμα που επηρέασε και την εμποροπανήγυρη του «Αχίλλη», αναφέροντας χαρακτηριστικά:

Έληξε και φέτος με κοσμοσυρροή η φετινή εμποροπανήγυρις ,δυστυχώς όμως δεν γίνανε αγοραπωλησίες, όπως άλλοτε και αυτό λόγω κρίσης. Πράξεις αγοραπωλησιών ζώων, δεν γίνανε όπως βεβαιώνουν και οι ενοικιαστές φόρου. Τα κτηνοτροφικά προϊόντα φέτος πουλήθηκαν φθηνότερα, και χάριν της Χωροφυλακής και του Μοιράρχου Νικολάου Γιαλετάκη δεν έγινε ουδεμία ζωοκλοπή.
Η οικονομική δυσπραγία συνεχίστηκε και το 1932, με αποτέλεσμα αυτή να καταγράφεται και στην αγοραστική κίνηση κατά τη διάρκεια της εμποροπανήγυρης με διαμαρτυρίες των εκθετών για το χαράτσι των 10 δραχμών για την ενοικίαση του χώρου και με μεγάλη κίνηση στην ζωαγορά αλλά σε εξευτελιστικές τιμές. Αξιοπρόσεκτη, ωστόσο, υπήρξε και η έλλειψη θεαμάτων λόγω της κρίσης, όπως π.χ. η μη συμμετοχή των αρκουδιάρηδων στην εμποροπανήγυρη λόγω της αδυναμίας τους να αγοράσουν την τροφή των αρκούδων.

Υπήρχαν, επίσης, θεάματα με περιφερόμενα τρίποδα ερίφια και πλανόδιοι οργανοπαίκτες που παιάνιζαν προς τέρψη των επισκεπτών με τα σχετικά φιλοδωρήματα.
Εντυπωσιακή για τους ανταποκριτές των τοπικών εφημερίδων υπήρξε και η ομαδική επίσκεψη των μαθητριών του Ρουμανικού Γυμνασίου, φορώντας άσπρους μπερέδες και ακολουθούμενες από ζωηρούς νεαρούς. Στη λειτουργία, την ασφάλεια και την ομαλή κυκλοφορία των επισκεπτών συνέβαλε επιτυχώς η τοπική εφορεία προσκόπων.
Κατά την περίοδο της φθινοπωρινής εμποροπανήγυρης του 1933 και πιο συγκεκριμένα στις 9 Οκτωβρίου 1933 επισκέφθηκε την πόλη ο Γενικός Διοικητής Φίλιππος Δραγούμης με τη συνοδεία της αδελφής του Ναταλίας, συζύγου του Παύλου Μελά, και μαζί με τον Νομάρχη Κοζάνης, τον πρόεδρο της Κοινότητας και άλλους επισήμους επισκέφθηκαν τον χώρο της εμποροπανήγυρης.
Κατά το έτος 1934 η οικονομική κρίση είχε αρχίσει να οπισθοχωρεί και η επερχόμενη ευμάρεια διαπιστωνόταν στην πρωτοφανή κοσμοσυρροή, στην παρουσία εμπόρων από τα Γρεβενά, την Κοζάνη, τη Χρούπιστα, την Καστοριά, τη Λάρισα και τη Θεσσαλονίκη, αλλά και στο πλήθος των συναλλαγών και στο αμείωτο ενδιαφέρον των επισκεπτών. Στο ίδιο κλίμα υψηλής ικανοποίησης κινούνταν οι ζωέμποροι, καθώς και ο γνωστός έμπορος και αντιπρόσωπος των ραπτομηχανών Singer Αθανάσιος Κατσάνος με τον πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Νικόλαο Σιώζο. Ο χώρος της εμποροπανήγυρης που αναπτυσσόταν στην καταπράσινη έκταση μπροστά στο Εθνικό Οικοτροφείο, στην είσοδο της πόλης, φωτιζόταν τις νυχτερινές ώρες χάρη στον άριστο ηλεκτροφωτισμό της πόλεως και της εμποροαγοράς από την ιδρυθείσα το 1929 ηλεκτρική εταιρία των αδελφών Τσολάκη και Χρήστου Κυπριτζή.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι αξιόλογη εμποροπανήγυρη με την επωνυμία «Κοτζά παζάρ» πραγματοποιούνταν την ίδια χρονική περίοδο και στην περιοχή των Βεντζίων. Μετά την απελευθέρωση οι εκπρόσωποι των κοινοτήτων της περιοχής απέστειλαν στη Νομαρχία Κοζάνης έγγραφο με το οποίο αιτούνταν τη μεταφορά της εμποροπανήγυρης από τον υφιστάμενο χώρο στο χωριό Πυλωρούς, που θεωρείτο το κεντρικότερο χωριό της περιοχής. Η Νομαρχία, ωστόσο, δεν ικανοποίησε το αίτημά τους και προέβη σε κατάργηση της εμποροπανήγυρης, κοινοποιώντας μάλιστα απόφαση της για συγχώνευση της συγκεκριμένης εμποροπανήγυρης με την εμποροπανήγυρη των Γρεβενών. Η απόφαση της Νομαρχίας για την κατάργηση και συγχώνευση της εμποροπανήγυρης «Κοτζά παζάρ» λήφθηκε μετά τον Σεπτέμβριο του 1933, διότι σύμφωνα με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 123 της 14ης Αυγούστου 1933 έγγραφο, που υπέγραφε ο πρόεδρος της Κοινότητας Κνίδης Γεώργιος Σαράντης, ανακοινωνόταν ότι η εμπορική πανήγυρη Κνίδης με την ονομασία «Βέντζι Παζάρ» θα διεξαγόταν το Σαββατοκύριακο 9 και 10 Σεπτεμβρίου.
Αν θα μπορούσε να επισημανθεί κάτι ως ιδιαίτερα αξιοσημείωτο κατά τη διάρκεια των εμποροπανηγύρεων τα τελευταία χρόνια του Μεσοπολέμου, αυτό θα ήταν η εμφάνιση ήδη από το 1939 του «Γύρου του θανάτου», με τη συμμετοχή μοτοσυκλετών και μοτοσυκλετιστών που περιφέρονταν στα ξύλινα τοιχώματα του βαρελιού με εναλλακτικούς ελιγμούς, ριψοκίνδυνα ακροβατικά και αρκετή δόση αδρεναλίνης και κόβανε την ανάσα.

Την ίδια χρονιά στην ίδια εμποροπανήγυρη ο Γιώργος (Γούλης) Θώμας με τους φίλους του Νικόλαο Νίτσιο και Νίκο Δρίζη, γνώρισαν τους ριψοκίνδυνους ακροβάτες και ο Θώμας τους αποκάλυψε ότι γνωρίζει να οδηγεί μοτοσυκλέτα. Εκείνοι του πρότειναν να δοκιμάσει τις δυνατότητες του στα τοιχώματα του βαρελιού και, αφού ενθουσιάστηκαν με τις ικανότητες του, συμφώνησαν να συμμετέχει στις βραδινές παραστάσεις για το κοινό δίχως αμοιβή. Στη βραδινή παράσταση εμφανίστηκε με ακροβατική ενδυμασία και προστατευτικό κράνος εν αγνοία των γονέων του και υπό τον φόβο των φίλων του να μη διαρρεύσει το συμβάν. Το πλήθος ενθουσιάστηκε από την πρώτη του ακροβατική απόπειρα, που χαρακτηρίστηκε άψογη, επικράτησε πανζουρλισμός και το κοινό ξέσπασε σε επευφημίες για την προσπάθεια του, ενώ ο ίδιος ο Θώμας αποχώρησε περιφερόμενος στους ώμους των νεαρών φίλων του. Η συμμετοχή του συνεχίστηκε και τις υπόλοιπες μέρες της εμποροπανήγυρης και ο ίδιος επιφορτίστηκε με εμφανίσεις και δράση για άλλα δύο συναπτά έτη έως το 1942, όταν κατέφθασε η ακροβατική ομάδα.
Έπειτα από τη μεταφορά και την καθιέρωσή της, και μέχρι το 1970 η δεύτερη εμποροπανήγυρη πραγματοποιούνταν στην πόλη των Γρεβενών κατά τον μήνα Οκτώβριο και στον καθιερωμένο χρόνο.

Κατόπιν, η εμποροπανήγυρη του Ιουνίου (Αχίλλης) καταργήθηκε το 1971 με διάταγμα, επανήλθε το 1977 και καταργήθηκε οριστικά στις αρχές του 21ου αιώνα. Από τότε μέχρι και σήμερα πραγματοποιείται μόνο η εμποροπανήγυρη του Οκτωβρίου.

Το κείμενο αναρτήθηκε από τον Βαγγέλη Νικόπουλο

Αλευράς Γ., Οι εμποροπανηγύρεις της Μακεδονίας κατά την οθωμανική περίοδο (18ος-19ος αι.): Το παράδειγμα της Σαμαρίνας και του Μαυρονόρους Γρεβενών, στο: Η Δυτική Μακεδονία Στους Νεότερους Χρόνους, Πρακτικά Ά Συνεδρίου Ιστορίας Δυτικής Μακεδονίας, Γρεβενά 2014, 207-222.

Θώμας Γούλης.,συνέντευξη Γρεβενά 14/12/2015.

Καμπουρίδης Κ., Η περιοχή των Γρεβενών σε οθωμανικές πηγές, 16ος αιώνας, Πρακτικά Β΄ Συνεδρίου Τοπικής Ιστορίας, Κοζάνη 600 χρόνια Ιστορίας, Γένεση και Ανάπτυξη μιας Μακεδονικής Μητρόπολης, (Κοζάνη 20-30 Σεπτεμβρίου 2012), Κοζάνη 2014, 81-83.

Καραπάνου Αν. (επιμ.), Η αττική γη υποδέχεται τους πρόσφυγες του ’22, Ίδρυμα Βουλής των Ελλήνων για τον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία, Αθήνα 2006.

Νικολάου Γ. Β, Το γαλλικό εμπόριο στην Πελοπόννησο στα μέσα του 18ου αιώνα, σύμφωνα με ανέκδοτο υπόμνημα από τα γαλλικά αρχεία, Δωδώνη 38 – 42 (2008 – 2013), σ. 191-216.

Παπαδημητρίου Απ., Σελίδες ιστορίας των Γρεβενών, τ. Γ΄, Γρεβενά 2016.

Παπαδημητρίου Έλλη, Ήπειρος-Μακεδονία, λιθογραφία-επιμέλεια Βακάλης Παύλος, Αθήνα 1977.

Πετροπούλου Ιω., Αρχείο Παπαδημητρίου Έλλης, Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών Γ΄ (1999-2000), 269-338.

Archives du Ministère des Affaires Etrangères, Correspondance Consulaire et Commerciale, Janina, t. 6, Janina 29 septembre 1812. Η έκθεση αυτή παρατίθεται στο γαλλικό πρωτότυπο στο: Κ. Καρανάτσης, Οι ετήσιες περιοδικές αγορές στην Ήπειρο (17ος-18ος αι.). Συμβολή στη μελέτη της εμποροπανήγυρης, Tα Iστορικά 21 (Δεκ. 1994), 323.

Stoianovich Tr., Οι τύποι και οι μηχανισμοί της αγοράς, στο: Ασδραχάς Σπ. Ι. κ.ά., Ελληνική Οικονομική Ιστορία ΙΕ΄-ΙΘ΄ αιώνας, τ. 1, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα 2003, 485-486.

Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 14/6/1931.
Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 19/6/1932.
Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 26/6/1932.
Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 20/8/1933.
Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 24/6/1934.
Εφημ. Βόρειος Ελλάς, 9/6/1935.
Εφημ. Μακεδονία, 06/03/1971.
Εφημ. Μακεδονία, 04/05/1977

Share

Written by:

259 Posts

Λαογράφος - Ερευνητής
View All Posts
Follow Me :

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *